Δεν είναι έτσι ακριβώς όπως φαίνεται

Αργησα λίγο αλλά δε γίνεται να μην καταθέσω την άποψή μου για την κλήρωση του Ολυμπιακού με τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, μια κλήρωση που από πολλούς οπαδούς της ελληνικής ομάδας έγινε δεκτή σχεδόν με… ενθουσιασμό. Γράφει ο Γιάννης Μπίλιος  



Δεν είναι έτσι ακριβώς όπως φαίνεται
Και γιατί να μη γίνει δηλαδή; Ο κόσμος κάνει πολύ φυσιολογικά τη σύγκριση της αγωνιστικής κατάστασης της Γιουνάιτεντ με την αντίστοιχη της Ρεάλ Μαδρίτης, της Μπαρτσελόνα, της Μπάγερν ή ακόμα και της Αρσεναλ ή της Ντόρτμουντ που ήταν υποψήφιες αντίπαλοι και καταφεύγει στη ρήση «το μη χείρον βέλτιστον». Απολύτως λογικό, εκτός και αν ξεπερνάει τα εσκαμμένα και φτάνει μέχρι το «έλα μωρέ, ποια Μάτζεστερ (σσ: συνήθως τέτοιου είδους ατάκες συμπεριλαμβάνουν και αυτή τη λάθος προφορά) αφού σέρνεται στο πρωτάθλημα;», άποψη που σαφώς δεν μπορείς να την πάρεις στα σοβαρά.
 
Προσωπικά, πιστεύω ο Ολυμπιακός θα καταφέρει να πάρει αυτή τη φορά τη νίκη ή έστω την ισοπαλία που δεν είχε πάρει σε εκείνες τις τέσσερις αναμετρήσεις, με τις ισάριθμες ήττες, της διετίας 2001-2002. Γιατί όχι και πρόκριση, αφού δεν τον χωρίζει πια με την αγγλική ομάδα η άβυσσος εκείνης της εποχής. Η μαγική Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ εκείνων των χρόνων και ο Ολυμπιακός που ακόμα πάσχιζε για να κάνει ένα «διπλό» ή μια πρόκριση δεν υπάρχουν πια…
 
Θέλω, όμως, να κάνω κάποιες επισημάνσεις αναφορικά με αυτό το ζευγάρι. Η πρώτη, έχει να κάνει με το ευρωπαϊκό πρόσωπο της Γιουνάιτεντ που ως τώρα ήταν σχεδόν αυτό που έπρεπε. Δεν γοήτευσε αλλά βγήκε πρώτη στον όμιλο, αποδεικνύοντας ότι ξέρει τον τρόπο να επιβάλλεται στους μικρομεσαίους της Ευρώπης, ακόμα και όταν δεν εντυπωσιάζει. Μιλάμε για έναν από τους συλλόγους που το έχουν… χτίσει το «μαγαζί» που λέγεται Τσάμπιονς Λιγκ και που ξέρουν πώς να επιβιώνουν σε αυτό.
 
Επιπλέον, τα νοκ-άουτ έχουν άλλο βαθμό δυσκολίας και άλλες απαιτήσεις, τις οποίες η Γιουνάιτεντ τις ξέρει πολύ καλύτερα. Αν στον όμιλο εμφανίστηκε μια φορά σοβαρή, εκεί θα είναι διπλά και τριπλά: χωρίς αλχημείες, χωρίς ενδεκάδες-πατέντες, χωρίς το μυαλό στο επόμενο σαββατοκύριακο (αν και στο Καραϊσκάκη θα έρθει τέσσερις ή πέντε μέρες πριν το ντέρμπι της πόλης με τη Μάντσεστερ Σίτι) χωρίς την αίσθηση  που έχεις στα ματς του ομίλου ότι κάθε λάθος μπορεί να διορθωθεί παρακάτω. Με όλη την ένταση και το πάθος που αυτού του μεγέθους οι ομάδες επιστρατεύουν στα νοκ-άουτ. Στο… πραγματικό Τσάμπιονς Λιγκ δηλαδή.
 
Επίσης, μέχρι τον Φλεβάρη η Γιουνάιτεντ μπορεί να είναι αλλιώς. Μπορεί να έχει ενισχυθεί, να έχει φορμαριστεί ή ακόμα και να έχει… διαλυθεί. Προφανώς και υπερβάλλω, προσπαθώντας έτσι να καταδείξω το πόσο μακριά είμαστε ακόμα από αυτή την πολυαναμενόμενη διπλή μονομαχία και το πόσο άδηλο είναι το μέλλον.
Μπορεί, επίσης, να έχει βγει εντελώς από τη μάχη του τίτλου και να έχουν αποφασίσει αυτοί που κουμαντάρουν τις τύχες της, να ρίξουν όλο το βάρος στο Τσάμπιονς Λιγκ. Να του δώσουν άμεση προτεραιότητα, έστω και αν (αυτή τη στιγμή) τα φαβορί είναι άλλα. Θυμίζω απλά ότι στα χρόνια που η Λίβερπουλ έφτανε διαδοχικά σε κατάκτηση (2005) τελικό (2007) και ημιτελικό Τσάμπιονς Λιγκ (2008) οι διαφορές της από την κορυφή της Πρέμιερ ήταν πολύ μεγάλες. Αβυσαλέες θα έλεγα. Κάτι τέτοιο είχε συμβεί και με την πρωταθλήτρια Ευρώπης του 2012 Τσέλσι. Αν μένεις πίσω στην Πρέμιερ Λιγκ, δε σημαίνει ότι δεν μπορείς να πας μακριά στο Τσάμπιονς Λιγκ. Και ειδικά όταν λέγεσαι Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ.