Η Λίβερπουλ πέταξε την ευκαιρία να χτίσει το ρόστερ πάνω στις επιτυχίες και τώρα αυτή η ένδεια φαίνεται πολύ!

Πριν από τρία χρόνια η Λίβερπουλ κατακτούσε το πρωτάθλημα, έχοντας δομηθεί με εξαιρετικό τρόπο, χάρη στην οξυδέρκεια του Γιούργκεν Κλοπ. Ωστόσο, πλέον η πεποίθηση της διοίκησης πως με… χειρότερο ρόστερ θα καταφέρει κάτι ανάλογο αποδεικνύεται εκ του αποτελέσματος λανθασμένη. Παίκτες έφυγαν και δεν αντικαταστάθηκαν και η Λίβερπουλ αποτελεί τη μοναδική ομάδα του Big 6 που έχει κέρδος από τις μεταγραφές με… αρνητικό πρόσημο. Γράφει ο Χρήστος Σωτηρακόπουλος.



Η Λίβερπουλ πέταξε την ευκαιρία να χτίσει το ρόστερ πάνω στις επιτυχίες και τώρα αυτή η ένδεια φαίνεται πολύ!

Ήταν καλοκαίρι του 2018 όταν η Λίβερπουλ ξαναέβαζε τον εαυτό της ανάμεσα στις ομάδες που διεκδικούν τίτλους. Πήρε το πρωτάθλημα, πήρε ένα χρόνο μετά το Champions League, κατέκτησε ξανά πρωταγωνιστικό ρόλο και αποτελούσε αδιαμφισβήτητα τη μοναδική ομάδα που μπορούσε να κοντράρει τη Μάντσεστερ Σίτι.

Το ρόστερ της ήταν πλήρες αλλά με το πέρασμα του χρόνου αυτό δεν θα μπορούσε να παραμείνει αναλλοίωτο. Ο Τζίνι Βαϊνάλντουμ αποχώρησε, ο Λόβρεν επίσης αλλά ουδείς αντικαταστάθηκε επάξια. Κάτι τέτοιο συμβαίνει και με έναν κλασσικό σέντερ φορ, με τον Οριγκί να παραμένει στην ομάδα, μπορώντας να προσφέρει περιορισμένες λύσεις, ενώ το ντεφορμάρισμα του Ρομπέρτο Φιρμίνο αναγκάστηκε να το υποστεί, μιας και ο Μιναμίνο δεν  της «βγήκε» σε καμία περίπτωση.

Κάπως έτσι η Λίβερπουλ έχανε ποδοσφαιριστές, αλλά προτίμησε να μην τους αναπληρώνει, παρά να μαζεύει χρήματα. Αυτό αποδεικνύεται και από τους αριθμούς που προκύπτουν από τις προσθαφαιρέσεις της τελευταίας τετραετίας (2018-2022), όπου οι «κόκκινοι» αποτελούν τη μοναδική ομάδα μαζί με τη Νόριτς που έχουν κέρδος (3,6 εκατομμύρια) ενώ έχουν περάσει περισσότερες από έξι μεταγραφικές περιόδους.

Συνεπώς, είναι και η μοναδική ομάδα του Big 6 που επέλεξε να διαχειριστεί με τέτοιον τρόπο το ρόστερ της. Ακόμη και αν εξακολουθεί να είναι ανταγωνιστική, ακόμη και αν συνεχίζει να αποτελεί την ομάδα που διεκδικεί τον τίτλο, μαζί με την Τσέλσι και τη Μάντσεστερ Σίτι.

Ωστόσο, ας μην ξεχνάμε πως το περσινό μπλακ άουτ που υπέστη, με τις 12 ώρες χωρίς γκολ στο «Άνφιλντ», θα μπορούσε να της κοστίσει ακόμη και την τετράδα. Την έσωσε ο… Άλισον με το γκολ στην Γουέστ Μπρομ, οι συνεχόμενες επικρατήσεις στο τέλος και εν τέλει οδηγήθηκε στο ιστορικό, φετινό 6/6 στην κορυφαία διασυλλογική διοργάνωση.

Το ένα όμως δεν αναιρεί το άλλο. Το ότι μπλόκαρε στα μισά της σεζόν αλλά το ότι πρόλαβε το τρένο της Ευρώπης, δεν διορθώνει τα λάθη. Λάθη που και στην τρέχουσα σεζόν γίνονται ορατά, αν αναλογιστεί κανείς πως εξακολουθεί να παίζει με τους Χέντερσον και Μίλνερ πολλές φορές ως βασικούς, με τον Έλιοτ να είναι τραυματίας και δεν αντιλαμβάνεται πως η α ενίσχυση με νέο και φρέσκο αίμα είναι επιτακτική.

Σε κάθε μεταγραφική περίοδο που παρέρχεται δεν φέρνει ποιοτικούς ποδοσφαιριστές που μπορούν άμεσα να προσαρμοστούν, με αποτέλεσμα η υπάρχουσα ομάδα να έχει καθοδική πορεία και να απαρτίζεται από 12 έως 14 ποδοσφαιριστές. Μία ένδεια σε σύγκριση με τον τρόπο διαχείρισης της Σίτι και της Τσέλσι, την ώρα που αν δεν ανανεώσει ο Σαλάχ η κουβέντα θα γίνει ακόμη μεγαλύτερη.

Σκεφτείτε ο Αιγύπτιος να αποφασίσει πως τα 100 εκατομμύρια σε τέσσερα χρόνια δεν του είναι αρκετά. Η Λίβερπουλ θα χάσει έναν εκ των καλύτερων παικτών της και ο κόσμος μία τελευταία πηγή έμπνευσης, καθώς ουδείς άλλος έχει το αντίκτυπο του ρέκορντμαν του «Άνφιλντ».

Που καταλήγουμε λοιπόν; Η Λίβερπουλ δεν έχει χάσει το πρωτάθλημα, αλλά δεν απέχει πολύ. Και αν αυτό συμβεί θα ευθύνεται η διοίκησή της που… έμεινε στο 2018 και δεν διαχειρίστηκε το ρόστερ της όπως η Μάντσεστερ Σίτι και η Τσέλσι. Η πρωταθλήτρια Αγγλίας και η πρωταθλήτρια Ευρώπης. Μένει να δούμε αν τα κακώς κείμενα θα διορθωθούν άμεσα, με την 1η Φεβρουαρίου να πλησιάζει «επικίνδυνα»!