Ο Τζορτζ Μπεστ έκανε τα σύνθετα να μοιάζουν τόσο απλά!

Κάποιοι ποδοσφαιριστές μένουν στην ιστορία ως καλοί, κάποιοι ως σπουδαίοι. Για ελάχιστους, όμως, μπορεί να αποδοθεί με μία λέξη η αξία τους... Ο Τζορτζ Μπεστ, ήταν αυτό που έλεγε το όνομά του: δεν ήταν απλά καλός, αλλά ο καλύτερος. Ο Χρηστος Σωτηρακόπουλος μέσα από τις σελίδες του νέου βιβλίου του #Football Talk προσδιορίζει τι ξεχωριστό είχε αυτό το παιδί από το Μπέλφαστ που έκανε τα σύνθετα να μοιάζουν τόσο απλά!   



Ο Τζορτζ Μπεστ έκανε τα σύνθετα να μοιάζουν τόσο απλά!

Δεν μπορώ να μην ξεκινήσω από το τηλεγράφημα του σκάουτερ Μπομπ Μπίσοπ στον (αείμνηστο) Ματ Μπάσμπι μόλις είδε έναν πιτσιρικά να ταλαιπωρεί όχι συνομήλικους,αλλά πολύ μεγαλύτερους, σε ένα γήπεδο στο Μπέλφαστ.

Οι υπερθετικοί βαθμοί των σκάουτερς για τα διάφορα ταλέντα που βλέπουν συνήθως είναι άκρως υπερβολικοί. Στην προκειμένη περίπτωση αποτύπωναν την πραγματικότητα! «Βρήκα μία ιδιοφυΐα»... Είναι από τις φορές που κάποιες ελάχιστες λέξεις δεν έμπαιναν απλώςστη σειρά, αλλά καθόριζαν το μέλλον…

Γιατί αυτό ακριβώς ήταν ο Τζορτζ Μπεστ, που έφυγε από τον μάταιο τούτο κόσμο τον Νοέμβρη του 2005 νικημένος από τους δαίμονές του. Δεν υπήρξε απλά «καλός», ή «κορυφαίος», ή «σπουδαίος», ή «εξαιρετικός». Ήταν αυτό που έλεγαν εκείνες οι λίγες λέξεις του τηλεγραφήματος: ιδιοφυΐα!

Ο ίδιος εκμεταλλεύτηκε το χάρισμα που του δόθηκε απλόχερα από κάποιες καλές μοίρες και εξελίχθηκε στον πρώτο σούπερ σταρ στην ιστορία του αθλήματος. Αυτό αποδείχτηκε ευχή και κατάρα μαζί! Δεν έφτασε τον εαυτό του στα άκρα –αγωνιστικά– γιατί όλα τα έκανε τόσο απλά. Ή τουλάχιστον έτσι έμοιαζαν κάθε φορά που τον έβλεπες στο γήπεδο! 

Ως παίκτης, ήταν από εκείνη τη σπάνια ράτσα που παίζει με το κεφάλι ψηλά! Η εικόνα του την ώρα που κοντρόλαρε την μπάλα, έργο τέχνης. Η τελευταία πινελιά που έμπαινε από έναν αρτίστα πάνω στον καλύτερο πίνακα ζωγραφικής ήταν η ικανότητά του να κάνει το απρόβλεπτο. Στο γήπεδο περνούσε καλά, αισθανόταν άνετα, ήταν ο δικός του καμβάς ζωγραφικής. Ένας ποδοσφαιρικός Μιχαήλ Άγγελος, ένας Τσαϊκόφσκι με ποδοσφαιρικά παπούτσια, ένας χορογράφος που πάνω στα λασπωμένα γήπεδα άφηνε ένα ελάχιστο αποτύπωμα, γιατί θαρρείς δεν έτρεχε, αλλά πετούσε... κάθε του παράσταση βγαλμένη από τα πιο τρελά σενάρια των χαρισματικών συγγραφέων που γράφουν μπεστ σέλερ! 

Ο Μπεστ αδίκησε τον εαυτό του, αφού 26 χρονών είπε «βαρέθηκα» και έφυγε για την Ισπανία και την Μαρμπέγια,πιστεύοντας πως θα έβρισκε ηρεμία μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας. Λάθος τεράστιο, γιατί ο Μπεστ ήταν είδηση ακόμα και αν δεν έπαιζε. Μάλλον ήταν είδηση περισσότερο όταν δεν έπαιζε και δεν παρουσιαζόταν στο γήπεδο, γιατί είχε ξημερωθεί σε κάποια αγκαλιά, κάποιας (πρώην) Μις Κόσμος.

«Μας πρόδωσε», λένε κάποιοι, αλλά προτιμώ να λέω πως απλά μας άφησε να αναρωτιόμαστε τι θα πετύχαινε αν όλη η ζωή του ήταν αφοσιωμένη στην καριέρα του και όχι στα αυτοκίνητα, στις γυναίκες, στη νυχτερινή ζωή και στο ποτό! Αχ, αυτό το ποτό! Ενώ κανείς αμυντικός δεν βρήκε τρόπο να γλιτώσει από τις ντρίμπλες του, αυτό το καταραμένο το αλκοόλ μπόρεσε να τον εξουδετερώσει. Και αυτό ουσιαστικά τον αποτελείωσε…

Ο μόνος αντίπαλος που δεν μπόρεσε να ξεγελάσει το αγόρι από το Μπέλφαστ ήταν αυτός που τον έφερε σε κατάσταση απόγνωσης πάμπολλες φορές. Τον γνώρισα πρώτη φορά το 1990 στο Λονδίνο, για μία συνέντευξη που δημοσιεύτηκε, τότε, στην εφημερίδα Επικαιρότητα. Θυμάμαι ακόμα την ατάκα, «Είμαι ο καλύτερος άνθρωπος του κόσμου όταν είμαι ξεμέθυστος. Αλλά επειδή όταν πίνω δεν θυμάμαι τίποτα, είμαι βέβαιος πως γίνομαι ο χειρότερος μπάσταρδος!». Μια φράση που ουσιαστικά περίκλειε τη ζωή του σε λίγες λέξεις!

Κάποτε, σε ένα εκρηκτικό μείγμα αλαζονείας και χιούμορ,υποστήριξε πως αν είχε γεννηθεί άσχημος, κανείς δεν θα μιλούσε για τον Πελέ. Υπερβολικό; Μπορεί. Είχε φανατικούς φίλους (όπως και εχθρούς) για την προσωπικότητά του, αλλά κανέναν που να μην παραδέχεται την τεράστια αξία του με την μπάλα στα πόδια.

Σήμερα, αν έπαιζε, δεν θα ήταν απλά σούπερ σταρ. Θα ήταν εκεί στο ίδιο σημείο που αναφέρονται κάποιοι για τον Μέσι ή τον Ρονάλντο. «Ο έκπτωτος Άγγελος του ποδοσφαίρου» ήταν από τα ωραιότερα πράγματα που διάβασα και έχουν γραφτεί για τον Μπεστ. Απέπνεε μία μοναδική αύρα που σημερινοί σταρ, όσο και αν προσπαθούν να αποκτήσουν, δεν την έχουν. Γιατί αυτό το αληθινό χάρισμα που περιβάλλει μερικούς δεν αποκτάται όσα χρήματα και όση δόξα και αν σου δώσουν. Ή το έχεις ή όχι! Και ο Μπεστ ήταν μια προσωπικότητα και δεν «λίμαρε» ποτέ τα λόγια του κάνοντας κριτική!

Το 1996 μιλήσαμε ζωντανά στον αέρα του νεοσύστατου τότε ΣΠΟΡ FM με την ευκαιρία των σαράντα χρόνων της «Χρυσής Μπάλας» και είχα βασανιστεί πολύ για να τον βρω, αφού τον έψαχνα για κάποιες μέρες. Δεν είχε πρόβλημα να μου μιλήσει και να πει σκληρές κουβέντες για το πόσο εύκολα κάποιος γίνεται σταρ στο σύγχρονο ποδόσφαιρο!

«Μία ντρίμπλα και όλοι τους προσκυνάνε. Αυτά τα έκανα εγώ κάθε εβδομάδα!» ήταν τα λόγια του. Μη διαφωνήσετε, έτσι ήταν! Ο Μπεστ έμοιαζε όταν ντρίμπλαρε σαν να μην έχει… γόνατα! Και σε εκείνη τη συνέντευξη μου είχε κάνει μία πρόβλεψη που έμελλε να δικαιωθεί. «Όλοι σήμερα δίνουν πάσες. Το μοντέρνο παιχνίδι. Ο κόσμος θέλει όμως κάποιους να κάνουν το απρόβλεπτο, μία ντρίμπλα, γιατί όχι και δύο και τρεις. Όλοι οι προπονητές θέλουν στρατιωτάκια και αυτό θα εξαπλωθεί! Σε λίγα χρόνια θα μιλάμε για αυτούς, για το πόσο καλοί είναι, και όχι για τους παίκτες. Οι προπονητές θα πάρουν τη θέση των σταρ και δεν μ’ αρέσει καθόλου!»

«Τι θυμάσαι από το 1968, τη χρονιά που κέρδισες τη “Χρυσή Μπάλα”, το βραβείο του ποδοσφαιριστή της χρονιάς από το France Football;»

«Ήταν ένας πολύ καλός χρόνος για μένα. Μια σεζόν στην οποία αναδείχθηκα πρώτος σκόρερ στο αγγλικό πρωτάθλημα, πέτυχα ένα από τα νικητήρια γκολ στον τελικό κόντρα στην Μπενφίκα, γενικά ήταν μια πολύ καλή χρονιά. Είχα πάει καλά και με τη Βόρειο Ιρλανδία στην Εθνική ομάδα. Στη σημερινή εποχή δεν υπάρχουν ειδικά μεγάλοι παίκτες. Τότε υπήρχε ο Κρόιφ, ο Μπεκενμπάουερ, ο Τσάρλτον, ο Λόου. 

Στη σημερινή εποχή υπάρχουν παίκτες που κάνουν ένα γκολ και τους δείχνει συνέχεια η τηλεόραση, εγώ το έκανα σχεδόν κάθε εβδομάδα. Η διαφορά στα χρήματα τότε και σήμερα είναι τεράστια».

Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 59 ετών, αφού ούτε η μεταμόσχευση ήπατος τον γλίτωσε από τους δαίμονές του. Έζησε πιθανότατα τέσσερις ζωές μαζί, κι αυτό άλλοι δεν μπορούν ούτε να το ονειρευτούν! Οι άνθρωποι πεθαίνουν μονάχα όταν λησμονηθούν! Ο θρύλος του Μπεστ θα παραμείνει χωρίς να αλλοιωθεί ή να σβήσει και θα υπενθυμίζει πως την ιδιοφυΐα δεν μπορείς να την προσδιορίσεις με λόγια, παρά μόνο αν κάποια στιγμή τη δεις ολοζώντανη να περνάει μπροστά από τα μάτια σου!

***το κομμάτι είναι ένα κεφάλαιο από το νεο βιβλίο του Χρήστου Σωτηρακοπουλου #Football Talk που κυκλοφόρησε πριν λίγες μέρες από τις εκδοσεις Τόπος toposbooks.gr