ENGLAND365 07.08.2010 | 14.37
Πηγή: Sportday
Γράφει ο: Χρίστος Χαραλαμπόπουλος
Κάποιες από αυτές επηρέασαν σοβαρά τις εθνικές ομάδες, μια και με το άνοιγμα της αγοράς των ποδοσφαιριστών -όρος που έχει ενδιαφέρον, αν θυμηθούμε ότι αναφερόμαστε σε ανθρώπους-, οι σύλλογοι, ιδίως οι πιο ισχυροί οικονομικά, άρχισαν να αγοράζουν -θεωρητικά- τους καλύτερους ποδοσφαιριστές, ανεξαρτήτως εθνικότητας. Η τάση γενικεύθηκε και υιοθετήθηκε και από τους μικρότερους συλλόγους σε όλη την Ευρώπη, με πολλά και ενδιαφέροντα αποτελέσματα. Η βιομηχανία των πλαστών κοινοτικών διαβατηρίων αποδείχτηκε πολύ συμφέρουσα, όπως και το λαθρεμπόριο ποδοσφαιριστών, ιδίως από την Αφρική. Υπήρχαν, όμως, και καθαρά αγωνιστικές επιπτώσεις, η πιο σοβαρή από τις οποίες αφορούσε τον παραμερισμό των γηγενών ποδοσφαιριστών. Οι προπονητές των εθνικών ομάδων δυσκολεύονταν να επιλέξουν ποδοσφαιριστές, αφού οι σύλλογοι προτιμούσαν να χρησιμοποιούν ξένους επαγγελματίες. Ενα παράδειγμα. Οταν ο Χίντινκ ανέλαβε την εθνική Ρωσίας είχε -ουσιαστικά- να επιλέξει ανάμεσα σε 39 Ρώσους ποδοσφαιριστές που είχαν συμμετοχές στο πρωτάθλημα, ενώ την ίδια εποχή η ρωσική ομοσπονδία ποδοσφαίρου υποχρέωνε τις ομάδες να πληρώνουν 30 χιλιάδες δολάρια για κάθε ξένο ποδοσφαιριστή, με σκοπό να τις αποθαρρύνει να αγοράζουν αφειδώς αλλοδαπούς ποδοσφαιριστές. Σε αυτή την κατάσταση προσθέστε έναν ακόμη παράγοντα που έπαιξε ρόλο στην επιδείνωση της εικόνας.
Η Ευρώπη, σταδιακά, μεταμορφωνόταν σε μια «γερασμένη» ήπειρο με υψηλή υπογεννητικότητα, οπότε όλο και λιγότερα νέα παιδιά εντάσσονταν σε συλλόγους για να παίξουν ποδόσφαιρο. Η κατάσταση αυτή άργησε να αντιμετωπιστεί και η πρώτη πράξη αντιμετώπισης ήταν η πρόταση της ΦΙΦΑ που δημοσιοποιήθηκε το 2007 για την καθιέρωση της ρήτρας του 6+5. Σύμφωνα με αυτή την πρόταση της ΦΙΦΑ, κάθε σύλλογος θα έπρεπε στην αρχική του ενδεκάδα να παρατάσσει υποχρεωτικά έξι ποδοσφαιριστές που θα είχαν το δικαίωμα να αγωνιστούν στην εθνική ομάδα της χώρας στην οποία βρισκόταν η ομάδα τους. Οι υπόλοιποι πέντε θα μπορούσαν να είναι διαφορετικής εθνικότητας. Αυτή η πρόταση της ΦΙΦΑ πολύ γρήγορα φάνηκε ότι δεν ήταν συμβατή με το κοινοτικό δίκαιο, μια και τόσο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή όσο και το Ευρωκοινοβούλιο γνωμάτευσαν από τον Μάιο του 2008 ότι παραβιάζει την αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας των προσώπων. Μια από τις τέσσερις βασικές ελευθερίες του κοινοτικού δικαίου. Η ΦΙΦΑ, βέβαια, συνέχιζε να επιμένει στην άποψή της μέχρι τις αρχές Ιουνίου του 2010, οπότε και την εγκατέλειψε, επιβεβαιώνοντας την προχειρότητα με την οποία αντιμετωπίζει ορισμένα ζητήματα.
Το πρόβλημα, όμως, συνέχιζε να υφίσταται. Η ΟΥΕΦΑ, λοιπόν, για να παρακάμψει το πρόβλημα της κοινοτικής νομοθεσίας, επέλεξε να δώσει ένα τελείως διαφορετικό περιεχόμενο στον όρο «γηγενής ποδοσφαιριστής». Ορισε, λοιπόν, ως «γηγενή ποδοσφαιριστή» οποιονδήποτε -ανεξαρτήτως εθνικότητας- από την ηλικία των 15 μέχρι την ηλικία των 21 που έκανε προπονήσεις για τρία συνεχή χρόνια με τη φανέλα του συλλόγου στον οποίο αγωνίζεται ή άλλου συλλόγου της ίδιας χώρας. Ετσι, η ΟΥΕΦΑ δεν μπορούσε να κατηγορηθεί για διάκριση με βάση την εθνικότητα. Για παράδειγμα, ο Σεσκ Φάμπρεγκας θεωρείται γηγενής και όχι ξένος, αφού από τα 16 του βρίσκεται στην Αρσεναλ. Για να ενισχυθεί, λοιπόν, η ανάδειξη των «γηγενών ποδοσφαιριστών» και να αναγκαστούν οι ομάδες να επενδύουν σε νεαρούς ταλαντούχους, η ΟΥΕΦΑ συμπεριέλαβε την ίδρυση και τη λειτουργία των ακαδημιών στα υποχρεωτικά κριτήρια των κανόνων του σχεδίου αδειοδότησης.
Η περίπτωση των Αγγλων
Παράλληλα, η ΟΥΕΦΑ επέβαλε τη ρήτρα του περιορισμού του ρόστερ των ομάδων που μετέχουν στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις σε 25 ποδοσφαιριστές, από τους οποίους οι 4 θα πρέπει να προέρχονται από τα φυτώρια της ομάδας και 4 ακόμη να πληρούν τον ορισμό του «γηγενούς ποδοσφαιριστή». Αυτός ο κανόνας ισχύει από πέρυσι για όλες τς διοργανώσεις υπό την αιγίδα της ΟΥΕΦΑ. Στα εθνικά πρωταθλήματα οι ομοσπονδίες θα μπορούσαν να υιοθετήσουν διαφορετικούς κανόνες, που, όμως, δεν θα έπρεπε να παραβαίνουν τις κατευθύνσεις του σχεδίου αδειοδότησης. Φυσικά, όλοι καταλαβαίνουν ότι καμία ομοσπονδία δεν μπορούσε να επιτρέψει στις ομάδες να ακολουθούν άλλους κανόνες στο πρωτάθλημά τους και άλλους στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις. Ακόμα και οι -μονίμως- «διαφορετικοί» Αγγλοι στις αρχές της χρονιάς αποφάσισαν ότι από την αγωνιστική περίοδο 2010-11 οι ομάδες που μετέχουν στο πιο εμπορικό πρωτάθλημα του κόσμου, αυτό της Πρέμιερ Λιγκ, θα έπρεπε να περιορίσουν τα ρόστερ τους και να δώσουν περισσότερες ευκαιρίες στους «γηγενείς ποδοσφαιριστές». Για τον τελευταίο λόγο οι πιέσεις ήταν αρκετές μετά τις συνεχείς αποτυχίες της εθνικής Αγγλίας και τις δυσκολίες που αντιμετώπιζαν οι κατά καιρούς προπονητές της εθνικής να επιλέξουν ποδοσφαιριστές.
Με βάση τα στατιστικά στοιχεία της περσινής περιόδου, μόλις το 35% των παικτών που βρίσκονταν στις αρχικές ενδεκάδες των ομάδων ήταν Αγγλοι. Επίσης, στην Πρέμιερ Λιγκ υπήρχε ένας άνευ προηγουμένου γιγαντισμός στα ρόστερ των ομάδων, που μάζευαν ταλαντούχους ποδοσφαιριστές τους οποίους μπορεί κάποια στιγμή να χρησιμοποιούσαν και πολλές φορές τους επέλεγαν για να μην τους αποκτήσει κάποιος από τους ανταγωνιστές τους. Είχαμε φτάσει στο σημείο η Λίβερπουλ να έχει 55 ποδοσφαιριστές στο ρόστερ της, η Αρσεναλ 52, η Μάντσεστερ Σίτι 45 και πάει λέγοντας. Πέρα από το οικονομικό κόστος, που δημιουργεί ελλείμματα, η πραγματικότητα αυτή στερούσε ευκαιρίες ανάδειξης σε Αγγλους ποδοσφαιριστές. Οι Αγγλοι, λοιπόν, το πρώτο που αποφάσισαν ήταν να περιορίσουν όλα τα ρόστερ σε 25 ποδοσφαιριστές.
Η ανάγκη των κανόνων
Εκτός, όμως, από τον περιορισμό των ρόστερ, οι ομάδες είναι υποχρεωμένες να υιοθετήσουν τη ρύθμιση της ΟΥΕΦΑ για τους 8 «γηγενείς ποδοσφαιριστές». Αν δεν συμπληρώνουν τον αριθμό των 8 «γηγενών» στους 25, θα πρέπει να συμπληρώσουν τον αριθμό με ποδοσφαιριστές από τις νεανικές ομάδες τους. Ο Αντσελότι στην Τσέλσι, για παράδειγμα, έχει 5 «γηγενείς» Αγγλους (Τέρι, Λαμπάρντ, Κόουλ, Τέρνμπουλ και Μάικλ Μανσιέν), άρα θα πρέπει να συμπληρώσει τις 3 θέσεις που χρειάζεται με κάποιους από τους νεαρούς που έχει, όπως ο Κακουτά, ο Μπορίνι και ο Μπρουμά. Επίσης, σύμφωνα με τις ρυθμίσεις, οι αγγλικές ομάδες έχουν τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν στη διάρκεια της σεζόν όσους ποδοσφαιριστές επιθυμούν και είναι κάτω των 21. Η επιλογή αυτή υποτίθεται ότι θα δώσει χρόνο συμμετοχής σε νεαρούς ποδοσφαιριστές μετά το μισό της σεζόν, όταν θα αρχίσουν να «βγαίνουν» τραυματισμοί και τιμωρίες. Η «απελευθέρωση» της αγοράς στο ποδόσφαιρο αποδείχτηκε ότι δημιουργεί τεράστιες ανισότητες και ελλείμματα και είναι απαραίτητη η ύπαρξη κανόνων. Και αν χρειάζονται ρυθμιστικοί κανόνες στην ποδοσφαιρική αγορά, δεν χρειάζονται και σε άλλους, σπουδαιότερους τομείς της ζωής μας;