Μία «Σταχτοπούτα» στο Γουέμπλεϊ

Το ανανεωμένο αλλά πάντα αυτοκρατορικό Γουέμπλεϊ, φιλοξένησε για πρώτη φορά μετά την ανακατασκευή του, αγώνα γυναικείου ποδοσφαίρου, ανάμεσα στο εθνικό αντιπροσωπευτικό συγκρότημα της Αγγλίας και το αντίστοιχο της Γερμανίας που διασταύρωσαν τα ξίφη τους στο πλαίσιο Διεθνούς Φιλικής αναμέτρησης, με την Γερμανία να κερδίζει εύκολα με 3-0.



Μία  «Σταχτοπούτα» στο Γουέμπλεϊ

 Ωστόσο αυτό που έχει σημασία είναι πως σε αυτό το θρυλικό γήπεδο του παγκοσμίου ποδοσφαίρου βρέθηκαν περισσότεροι από 45.000 φίλαθλοι για να παρακολουθήσουν το συγκεκριμένο «ιστορικό» για το γυναικείο  παιχνίδι που γνωρίζει μεγάλη ανάπτυξη. Μέσα στον αγωνιστικό χώρο δεν μπορούσε κάποιος να ασχοληθεί πάρα πολύ με τη μπάλα, αφού κάθε φορά που εμφανιζόταν στη μικρή οθόνη η φιγούρα της Αγγλίδας παίκτριας  Φάρα Ουίλιαμς που συμπλήρωνε εκείνη τη νύχτα 136 συμμετοχές με το αγγλικό εθνόσημο στο στήθος και γινόταν η πρώτη σε συμμετοχές με την εθνική ομάδα, ο νους ταξίδευε νοερά στο προσωπικό παραμύθι εκείνου του κοριτσιού, που ζωγράφιζε στον αγωνιστικό χώρο και λικνιζόταν με τη μπάλα στα πόδια, στους ρυθμούς των συνθημάτων της εξέδρας.

Η ιστορία της Φάρα Ουίλιαμς που αγωνίζεται στο Μερσεϊσάιντ με τη φανέλα της Λίβερπουλ από το 2012 μοιάζει πολύ με το κλασσικό παραμύθι του Σαρλ Περώ, «Σταχτοπούτα» με μόνη διαφορά πως στην περίπτωση της Φάρα Ουίλιαμς η ιστορία δεν έχει γοβάκι αλλά παπούτσια με τάπες και αντί για κολοκύθα, τη ζωή της την αλλάζει η στρογγυλή θεά σε συνδυασμό με την προσωπική πίστη, το πείσμα και την ελπίδα.

Βέβαια σε αντίθεση με την «Σταχτοπούτα» η ζωή της Φάρα Ουίλιαμς δεν διαδραματιζόταν στις σελίδες κάποιου παραμυθιού αλλά στην πραγματική ζωή και τους δρόμους του Λονδίνου. Εκεί  περιπλανήθηκε ως άστεγη για περίπου επτά χρόνια και ενώ ήδη αγωνιζόταν σε μεγάλες ομάδες στο «Νησί» αλλά και στην εθνική όπως αποκάλυψε η ίδια στην εφημερίδα «The Guardian».

Τα οικογενειακά προβλήματα που κλήθηκε να αντιμετωπίσει από μικρή ηλικία η Αγγλίδα παίκτρια και ιδίως η σύγκρουση με τον πατέρα της και τον πατριό της, την οδήγησαν στο να μείνει αρχικά με τους παππούδες της και στη συνέχεια με τη θεία της. Η συνέχεια ήταν ακόμη χειρότερη.

«Η θεία μου και εγώ συγκρουστήκαμε. Εκείνη μου είπε να φύγω από το σπίτι και αυτό έκανα. Ήμουν 17 χρονών και θεωρούσα ότι μπορώ να το κάνω. Ήταν ισχυρό πλήγμα. Αλλά ντρεπόμουν να το πω σε κάποιον και δεν ήθελα να γυρίσω πίσω. Θα το θεωρούσα αδυναμία και θα με έκανε να σκεφτώ ότι νίκησαν» δήλωσε η Ουίλιαμς μιλώντας για τους λόγους που την οδήγησαν στο να μένει στους δρόμους, κάτι που αποτέλεσε την αρχή μια συνεχόμενης περιπέτειας, κάνοντας την νεαρή κοπέλα  να γνωρίσει την σκληρότητα και την ωμότητα της πραγματικής ζωής.

Ως  άστεγη, ζούσε τον περισσότερο καιρό σε ξενώνες, μόνη της και δίχως φίλους αφού ντρεπόταν για την κατάσταση της κάτι που σύμφωνα με την ίδια την οδήγησε στο να κλειστεί στον εαυτό της και να υψώσει έναν τοίχο προστασίας κυρίως από τα σχόλια της κοινής γνώμης. Μάλιστα σύμφωνα με την ίδια αυτό ήταν και το πιο δύσκολο που έπρεπε να αντιμετωπίσει όντας άστεγη.

«Όταν έμενα σε ξενώνες δεν είχα επαφή με τους ανθρώπους. Κρατούσα τα πάντα για τον εαυτό μου. Έβαζα τοίχους. Δεν χαμογελούσα ποτέ. Ήμουν τρομαγμένη. Και αναγκαζόμουν να προσποιούμαι πως πολύ δύσκολα κλαίω» ανέφερε χαρακτηριστικά η Φάρα Ουίλιαμς.

Ωστόσο, το ποδόσφαιρο αποτελούσε αληθινή διέξοδο από τις δυσκολίες της καθημερινότητας και ήταν για εκείνη το καταφύγιο από τα προβλήματα που αντιμετώπιζε στην προσωπική της ζωή. Η Φάρα Ουίλιαμς θεωρούσε ότι είναι καλή σε κάτι και με πείσμα κόντρα στις κακουχίες που της δημιουργούσε το γεγονός ότι ήταν άστεγη και έμενε στο δρόμο, συνέχισε να αγωνίζεται, να παλεύει, να δουλεύει και να πραγματοποιεί αυτό που αγαπά με αξιοπρέπεια και δίχως να ζητήσει ελεημοσύνη. Η πίστη ότι ήταν καλή σε κάτι και αυτό το κάτι ήταν το ποδόσφαιρο, αποτελούσε βάλσαμο για την ίδια και λειτουργούσε όπως το λάδι πάνω στις πληγές.

«Εγώ ήμουν τυχερή γιατί είχα το ποδόσφαιρο. Πολλά άστεγα κορίτσια δεν έχουν αυτή την ελπίδα. Σκέφτονται όταν έρχεται η ημέρα που παίρνω το επίδομα, θα αγοράσω ναρκωτικά και αλκοόλ για να περάσω τη μέρα. Εγώ είχα φιλοδοξίες. Τα περισσότερα άστεγα κορίτσια δεν έχουν. Εγώ ποτέ δεν απελπίστηκα. Το ποδόσφαιρο δεν με άφησε. Είχα τη συγκέντρωση και την πίστη ότι ήμουν καλή σε κάτι. Αυτό είναι κάτι απίστευτο όταν αισθάνεσαι ότι δεν έχεις τίποτε άλλο» αναφέρει.

Και μιας και μιλάμε για παραμύθια και «Σταχτοπούτες» δεν θα μπορούσε και σε αυτή την ιστορία να υπάρχει η καλή νεράιδα που με το μαγικό της ραβδί αλλάζει τον ρου του παραμυθιού βοηθώντας την ταλαιπωρημένη ηρωίδα.

Βέβαια στην συγκεκριμένη περίπτωση, μιας και μιλάμε για ωμή και συνάμα σκληρή πραγματικότητα δεν υπάρχουν γοβάκια, φορέματα και κολοκύθες που γίνονται άμαξες. Αρκεί το ενδιαφέρον και ένας υπνόσακος, τα οποία προσέφερε απλόχερα στην Φάρα Ουίλιαμς η προσωπική της «καλή νεράιδα», η τότε προπονήτρια της Χόουπ Πάουελ η οποία μόλις κατάλαβε το πρόβλημα της προσπάθησε να την στηρίξει και να γίνει η δεύτερη μητέρα της, πηγαίνοντας την σε ξενώνα και χαρίζοντας την έναν υπνόσακο που σύμφωνα με την Ουίλιαμς ήταν κάτι πολύ σπουδαίο για αυτήν από τη στιγμή που δεν είχε καν κρεβάτι.

Το 2004 η Ουίλιαμς φεύγει από την Τσάρλτον και πηγαίνει στην Έβερτον, αλλάζοντας ριζικά τη ζωή της. Στα «ζαχαρωτά» βρίσκει ένα πραγματικό καταφύγιο αφού η ομάδα την αγκαλιάζει, την σκεπάζει και γίνεται η οικογένεια της. Το ποδόσφαιρο το οποίο αγάπησε με πάθος και αποτελούσε στήριξη για την ίδια στις δύσκολες μέρες γίνεται το μέσο για αλλάξει το πεπρωμένο της.

Σήμερα, αδυνατώντας να ρίξει μαύρη πέτρα πίσω της και γνωρίζοντας καλά από που προέρχεται, δουλεύει εθελοντικά προπονώντας άστεγα κορίτσια με στόχο να τους μεταδώσει την ελπίδα που είχε και η ίδια πως η ζωή μπορεί να αλλάξει αρκεί να προσπαθήσεις να αλλάξεις την μοίρα και το πεπρωμένο.

Άλλωστε όπως έχει πει και ο συμπατριώτης της Τζόζεφ Άντισον, τα τρία θεμέλια της ευτυχίας είναι κάτι να κάνεις, κάτι να αγαπάς και κάτι να ελπίζεις.

Γιώργος Σπανομανώλης