Έχεις Ντρογκμπά, σηκώνεις «κούπα»!

Για να παρακολουθήσουμε όμορφο παιχνίδι, θα πρέπει να παίζουν δύο ομάδες. Για να είναι ένα ματς συναρπαστικό, μπορεί μια ομάδα να αγωνίζεται εξαιρετικά, η άλλη απλά να αμύνεται βασιζόμενη στις εξάρσεις της ή ακόμη σε κάποιες παροδικές εμπνεύσεις. 



Έχεις Ντρογκμπά, σηκώνεις «κούπα»!

Γράφει ο Μιχάλης Λεάνης

Αυτό όμως είναι το ποδόσφαιρο του σήμερα. Δεν είναι απαραίτητα το σύγχρονο ποδόσφαιρο. Γιατί το σύγχρονο ποδόσφαιρο το παρακολουθήσαμε 365 μέρες πίσω, ανάμεσα στην Μπαρτσελόνα και τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Στο ποδόσφαιρο του σήμερα η Τσέλσι κέρδισε τον τελικό εκπληρώνοντας έναν καημό του Αμπράμοβιτς. Από την άλλη, έπιασε πάλι η κατάρα της έδρας.

Για μια ακόμη φορά η δεισιδαιμονία λειτούργησε όπως λειτούργησαν και οι κανόνες. Οι απαράβατοι σε έναν τελικό. Οτι δηλαδή όχι μόνο οι μεγάλοι παίκτες, αλλά κυρίως οι μεγάλες προσωπικότητες είναι αυτές που γεμίζουν το τερέν του γηπέδου σκεπάζοντας κάθε σπιθαμή του. Είναι αυτές που σαν εμβληματικές φυσιογνωμίες βάζουν τις σφραγίδες τους στα μεγάλα ποδοσφαιρικά γεγονότα.

Φυσιογνωμίες όπως ο Ντρογκμπά, που με κεφαλιά την κατάλληλη στιγμή έδωσε το φιλί της ζωής στην ομάδα του. Ο πανταχού παρών Ντρογκμπά που έκανε πέναλτι, που σκόραρε στο τελευταίο πέναλτι στέλνοντας το γιγαντιαίο στα χέρια της Τσέλσι. Προσωπικότητες όπως και ο Τσεχ, που έπαιξε σχεδόν μόνος του την επίθεση των Βαυαρών, δέχθηκε ένα γκολ που δεν αντανακλά στην κλάση του, αλλά απέκρουσε δύο -ένα στην παράταση κι ένα στη ρωσική ρουλέτα. Η Μπάγερν ήταν η ομάδα που κέρδισε τις εντυπώσεις, αλλά έχασε την «κούπα». Είχε τον έλεγχο, την κυριαρχία, τη μεθοδικότητα, αλλά δεν είχε βάθος και τρόπο.

Η Τσέλσι τού Ρομπέρτο ντι Ματέο είχε πάθος, αυτοπεποίθηση, πείσμα και τρεις παίκτες-ηγέτες όπως ο Ντρογκμπά, ο Τσεχ και ο Λαμπάρντ και συγχρόνως τον τρόπο για να κερδίσει τον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ. Γιατί στο σύγχρονο ποδόσφαιρο πέρα από τις τακτικές και τις στρατηγικές πρέπει να γνωρίζεις τον τρόπο. Δηλαδή να έχεις τη δύναμη να χαράξεις το μονοπάτι που οδηγεί στην κορυφή. Αλήθεια, αυτή τη νύχτα θυμάται κανείς τον Βίλας-Μπόας;