Η πιο μεγάλη μέρα της ζωής μας, εκτός αν χάσουμε…

Η πρώτη φράση που άκουσα από χείλη Σπανιόλας, μόλις βγήκα από το αεροπλάνο και έσπευσα στα Rent-A-Car ήταν: «Είστε οπαδός της Μάντσεστερ;». Γράφει από το Μπιλμπάο ο ΝΙΚΟΣ ΠΑΠΑΔΟΓΙΑΝΝΗΣ    



Η πιο μεγάλη μέρα της ζωής μας, εκτός αν χάσουμε…

Δεν της άρεσε το ξερό «νόου» που άκουσε. Λίγα λεπτά διαπραγμάτευσης αργότερα, συνειδητοποίησα ότι δεν γνώριζα καν ποια ήταν η δεύτερη ομάδα του τελικού. Σήκωσα τη μπλούζα μου για να φανεί το κοκοράκι και το μόττο «Audere est facere». Τολμάν εστί πράττειν. Στα λόγια, τουλάχιστον. Στα λόγια είμαστε εξαιρετικοί, εμείς τα κοκόρια. Κοκορευόμαστε, αλλά από αυγό τίποτε. Γι’ αυτό και δεν έχουμε κερδίσει το παραμικρό τα τελευταία χίλια χρόνια. Δεν είναι χίλια, αλλά τόσα μου φαίνονται.

Στο αεροδρόμιο είδα τον Νίκο Νταμπίζα και θυμήθηκα τότε που τον αντιμετωπίσαμε σε ημιτελικό Κυπέλλου, Τότεναμ-Νιούκαστλ. Εκείνος θυμάται λεπτομέρειες, εγώ πάλι όχι. Στον Χοντλ και στον Αρντίλες έχω μείνει, στην ομάδα του 1984 που κατέκτησε το Κύπελλο UEFA -στα πέναλτι- σε διπλό τελικό με την Άντερλεχτ. Το κρίσιμο ματς έγινε τότε στο Λονδίνο, στο παλιό Γουάιτ Χαρτ Λέιν, που ευτυχώς πρόλαβα να το γνωρίσω πριν γκρεμιστεί και δώσει τη θέση του σε διαστημόπλοιο.

Αλλά και εδώ, στο Μπιλμπάο, Λονδίνο είναι. Με ολίγη από Μάντσεστερ. Κάπου 80.000 Άγγλοι κατέφτασαν στην πόλη, σε μια πόλη που δεν τους χωράει, όπως δεν χωράει ούτε το όνειρο ημών των «πετεινών». Ηρθαμε στην Ισπανία και το 2019, για τελικό Τσάμπιονς Λιγκ με τη Λίβερπουλ, αλλά τότε μας χαντάκωσε ένα πέναλτι του πρώτου λεπτού, στα 40 δευτερόλεπτα για την ακρίβεια, σφύριγμα από διαιτητή που προσκυνάει το γράμμα του νόμου και δεν καταλαβαίνει τον σφυγμό ενός τελικού και μίας ομάδας που ζει τη μεγαλύτερη μέρα της ζωής της. Ελπίζω ότι ο αποψινός δεν θα είναι τέτοιος. Ότι θα μας αφήσει, τουλάχιστον, να το χαρούμε. Θα χάσουμε που θα χάσουμε, ας φύγουμε από τον τόπο των Βάσκων γεμάτοι με συναισθήματα.

Μπορεί και να μη χάσουμε, βέβαια. Τρεις φορές παίξαμε φέτος με τη Γιουνάιτεντ, τρεις φορές κερδίσαμε: 3-0, 4-3, 1-0. Και δεν είναι να πεις ότι κερδίζουμε κάθε Σαββατοκύριακο. Τώρα θα παίξουμε χωρίς τους μπαλαδόρους μας (Μάντισον, Κουλουσέφσκι, Μπέργκβαλ), αλλά συνήθισαν τα βουνά στα χιόνια. «Να θυμάστε ότι τη δεύτερη χρονιά κερδίζω πάντοτε κάποιο τρόπαιο», προειδοποιούσε ο Άγγελος Ποστέκογλου, από τον Σεπτέμβριο κιόλας, πριν πέσει ο ουρανός στο κεφάλι του.

Χρόνια και χρόνια, ακούει κανείς στις παμπ το ίδιο δίλημμα: «Θα δεχόσασταν μία χρονιά με 17η θέση στο πρωτάθλημα, αν ήταν να κερδίσουμε παράλληλα κάποιο τρόπαιο;» Το έφερε έτσι ο δαίμονας, που το χωρατό πάει να γίνει πραγματικότητα. Εάν η κούπα του Europa καταλήξει στο Βόρειο Λονδίνο, η σεζόν των 20 ηττών θα ξεχαστεί μεμιάς. Βγάζει και στο Τσάμπιονς Λιγκ ο αποψινός τελικός του Σαν Μαμές, αλλά αυτό είναι για μια φορά ασήμαντος αστερίσκος. Για την εξέδρα, τουλάχιστον. 

Και για τον Άγγελο, που χθες μίλησε στη γλώσσα των γονιών του («αισθάνομαι υπερήφανος που είμαι Έλληνας») και που στοιχηματίζω ότι τις νύχτες προβάρει αυτά που θα πει στη συνέντευξη τύπου, εάν και εφ’ όσον: «Σας το ‘λεγα, μάγκες, και εσείς γράφατε ότι είμαι παλιάτσος». Θα πετάξει το μικρόφωνο και θα σηκωθεί να φύγει.

«Είμαι με την άλλη ομάδα, όχι με τη Μάντσεστερ», είπα στην κυρία της Thrifty, λίγο πριν ξεκινήσω το εξάωρο ταξίδι προς τη μπασκετική Βιτόρια, που για δύο μέρες έγινε η βάση μου. Άλλοι έμειναν στο Σαν Σεμπαστιάν, στο Σανταντέρ, σε φάρμες, όπου υπήρχε διαθέσιμο κρεβάτι. Πολλοί ταξίδεψαν οδικώς από την Αγγλία ή και με φέρι. Τουλάχιστον οι μισοί επισκέπτες δεν έχουν εισιτήρια για το ματς.  Οι μπύρες των 3,5 ευρώ έγιναν ανάρπαστες και κάποιοι πέρασαν την ώρα τους με πατροπαράδοτη κλωτσοπατινάδα.

«Παιχνίδι χαμηλού κινδύνου», αποφάσισε η βάσκικη αστυνομία, που πρώτα βαράει και μετά το συζητάει. Όχι. Είναι υψηλού κινδύνου το ματς. Για την αφεντομουτσουνάρα μας, τουλάχιστον. Εάν το χάσουμε, κινδυνεύουμε να επιστρέψουμε στην ανυποληψία. Σε 90 ή 120 λεπτά, θα κριθεί αν η φετινή χρονιά είναι η χειρότερη ή η καλύτερη της τελευταίας 40ετίας.

Για τη Γιουνάιτεντ, πάλι, πέρα βρέχει αν κερδίσει, πέρα και αν χάσει. «Ελάτε να σας διηγηθώ πώς γιορτάσαμε το Τσάμπιονς το 1999 στη Βαρκελώνη», είπε ένας γκριζομάλλης 55άρης, ντυμένος στα κόκκινα. Άσε μας, κουκλίτσε μας. Έχουμε την αγωνία μας, έχουμε και τους γαλαζοαίματους με τα κόκκινα. Εσείς μπορεί να είστε «διάβολοι», αλλά εμείς έχουμε Άγγελο.   

Ο Σαν Μαμές να βάλει το χέρι του. Θα τα ξαναπούμε μετά τον αγώνα. Με πολλές ευχαριστίες στον φίλο και επί δεκαετίες συνοδοιπόρο Χρήστο Σωτηρακόπουλο, που βοήθησε για να ζήσω τον τελικό από κοντά.