Ρίνους Μίχελς: Ο «Στρατηγός» που είδε αλλιώς το ποδόσφαιρο και άλλαξε τα πάντα!

Ο Ρίνους Μίχελς αναδείχθηκε ο κορυφαίος προπονητής όλων των εποχών από το περιοδικό «France Football» και όχι άδικα καθώς η ποδοσφαιρική κληρονομιά που μας άφησε ήταν σπουδαιότερη και από το ίδιο το άθλημα. Το England365 παρουσιάζει τον άνθρωπο που άλλαξε τον τρόπο που παίζεται το ποδόσφαιρο και καθόρισε μια ολόκληρη εποχή.



Ρίνους Μίχελς: Ο «Στρατηγός» που είδε αλλιώς το ποδόσφαιρο και άλλαξε τα πάντα!

Ποια είναι άραγε η μεγαλύτερη ανταμοιβή για αυτόν που αφιέρωσε τα βράδια του, τις Κυριακές του και τα καλοκαίρια του για την αναθεματισμένη στρογγυλή «θεά»; Άλλοι θα πουν οι τίτλοι, άλλοι η αναγνώριση και κάποιοι η υστεροφημία. Λοιπόν, υπάρχει κάποιος που τα έζησε όλα και ακόμα και μετά το θάνατό του, οι ύμνοι και τα λόγια γεμάτα «μέλι» για την δουλειά του δεν σταματούν ποτέ.

Ο «Στρατηγός» όπως τον αποκαλούσαν, ήταν γεννημένος για το ποδόσφαιρο, δεν τον ενδιέφερε τίποτα άλλο εκτός από την ομορφιά του αθλήματος. Δεν του άρεσαν οι κλωτσιές και οι «γιόμες», αποζητούσε τον έρωτα μέσα από τα πόδια των ποδοσφαιριστών του. Ήθελε οι παίκτες του να φέρονται στην μπάλα λες και ήταν η γυναίκα τους, να την χαϊδεύουν απαλά, να μην την βλαστημούν όταν αυτή δεν τους έκανε το χατίρι και τότε, σαν θαύμα εκείνη θα άρχιζε να τους υπακούει ιπποτικά.

Σπάνιο να βρεις κάποιον που να τον ενδιαφέρει πιο πολύ η ευχαρίστηση των παικτών και του οπαδού παρά μόνο οι νίκες. Είχε βάλει την καρδιά του μπροστά και τον οδηγούσε κι εκείνος σαν σκύλος την ακολουθούσε πιστά. Υποστήριζε πως το ποδόσφαιρο αλάνας ήταν το καλύτερο εκπαιδευτικό σύστημα για τους παίκτες του και αυτό το έδειξε έμπρακτα, βάζοντας τους ποδοσφαιριστές του να παίζουν ελεύθερα, χωρίς περιορισμούς, με μόνο σκοπό να βάλουν γκολ και να απολαύσουν το παιχνίδι. Γιατί παιχνίδι είναι ρε γαμώτο.

Παρά το ,σχεδόν πάντα, σοβαρό του ύφος, ήταν φοβερός στην πλάκα και του άρεσαν οι φάρσες. Μια μέρα, φόρεσε ένα γυναικείο παλτό και προσποιήθηκε την γυναίκα ενώ σε κάποια στιγμή χαλάρωσης, την ώρα που οι παίκτες του ψάρευαν, εκείνος βούτηξε στην θάλασσα, τρομάζοντας τα ψάρια. Επίσης ήταν άνθρωπος με υψηλό IQ, απολάμβανε να διαβάζει βιβλία σε κάθε ταξίδι και τα τελείωνε μέχρι να επιστρέψει πίσω.

Σαν ποδοσφαιριστής δεν πρόλαβε να κάνει όσα μπορούσε. Ένα χρόνιο πρόβλημα στην πλάτη του απαγόρευσε να παίζει το παιχνίδι που λάτρευε όντας μόλις τριάντα ετών. Παρόλα αυτά, κατάφερε με τον Άγιαξ, την αγαπημένη του ομάδα, να πετύχει πάνω από 100 γκολ σε σχεδόν οκτώ χρόνια μόνιμης παρουσίας. Το «μικρόβιο» του Άγιαξ αλλά και του ποδοσφαίρου του το μετέδωσε ο πατέρας του, όταν στα εννιά του χρόνια του έφερε για δώρο γενεθλίων ένα ζευγάρι ποδοσφαιρικά παπούτσια αλλά και μια ερυθρόλευκη, ριγωτή φανέλα, αυτή του «Αίαντα».

Σαν κάθε ερωτευμένος, έτσι κι αυτός πείσμωσε, δεν μπορούσε να φανταστεί την ζωή του χωρίς μπάλα και καταριόταν την μοίρα που του στέρησε το δικαίωμα να παίζει. Αποφάσισε να διδάξει το όμορφο παιχνίδι του ποδοσφαίρου. Στον Άγιαξ τον πίστεψαν από νωρίς και εκείνος σαν καλός «Στρατηγός» μαζί με τους «λοχαγούς» του, τον Κρόιφ και τον Νέεσκενς κατάφεραν να κάνουν τον «Αίαντα» από ομάδα που πάλευε για τον υποβιβασμό σε ένα ανίκητο θηρίο, έτοιμο να σμπαραλιάσει οποιαδήποτε άμυνα. Τέσσερα σερί πρωταθλήματα, τρία κύπελλα και ένα Πρωταθλητριών(εναντίον του άτυχου Παναθηναϊκού), μαζί με έναν χαμένο τελικό ήταν το αποτέλεσμα της δουλειάς και της αφοσίωσης του Μίχελς.

Ακολούθησαν πολλές ομάδες αλλά με εξαίρεση την Μπαρτσελόνα με καμία δεν κατάφερε να δεθεί και να αποδώσει το ποδόσφαιρο που ονειρευόταν εκείνος. Φυσικά, δεν ισχύει το ίδιο και για την εθνική Ολλανδίας. Συνολικά τέσσερις φορές ανέλαβε την εθνική ομάδα της χώρας του και κατάφερε σε πολύ σύντομο χρονικά διάστημα να αφήσει το στίγμα του στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο.

Πίεση ψηλά, κοντά οι γραμμές, γρήγορες και κοντινές μεταβιβάσεις είναι λίγα από τα στοιχεία του δικού του ονείρου, του διάσημου πλέον «Total Football». Με παίκτες όπως ο Κρόιφ, ο Νέεσκενς και ο Ρεπ κατάφερε να οδηγήσει τους «Οράνιε» στον τελικό του Παγκοσμίου κυπέλλου το 1974, όπου εκεί γνώρισε την πιο απροσδόκητη ήττα της καριέρας του. Η ομάδα του απόλυτου ποδοσφαίρου, η ομάδα που μεταμόρφωνε το πράσινο χορτάρι σε γαλάζιο ουρανό και οι ποδοσφαιριστές έφερναν βόλτες σαν άγγελοι στον δικό τους παράδεισο, έχασε από την Δυτική Γερμανία με ανατροπή.

Φυσικά, ο «Στρατηγός» επέστρεψε, το είπαμε, πιστός σαν σκύλος. Το 1988 ανέλαβε προπονητής και πάλι στην εθνική, μόνο και μόνο για να τους κάνει πρωταθλητές Ευρώπης και το έκανε. Βαν Μπάστεν, Ράικαρντ, αδέρφια Κούμαν και Γκούλιτ δεν άφησαν κανένα δικαίωμα για αμφισβήτηση, με τον Μίχελς στον πάγκο να οδηγεί μαεστρικά τους «Οράνιε» στον πρώτο και μέχρι τώρα μοναδικό τους τίτλο.

Σε ηλικία 77 ετών «έφυγε» μετά από μια εγχείριση ανοιχτής καρδιάς. Ο Κρόιφ είπε για τον «Στρατηγό» του: «Κανένας δεν μου έμαθε τόσα για το ποδόσφαιρό όσο ο Μίχελς. Η ηγετική του φυσιογνωμία ήταν κάτι που θαύμαζα πάντα», ενώ ο Βαν Μπάστεν δήλωσε: «Είναι μία τεράστια απώλεια για το παγκόσμιο ποδόσφαιρο, ο Μίχελς ήταν ο πατέρας του Ολλανδικού ποδοσφαίρου».

Το 2013 ψηφίστηκε δεύτερος καλύτερος προπονητής όλων των εποχών από το περιοδικό World Soccer και το 1999 καλύτερος Ολλανδός προπονητής και καλύτερος προπονητής του αιώνα από την FIFA.

Τίτλοι, αναγνώριση, υστεροφημία. Δεν ήταν ένας απλός προπονητής, ήταν ένας δάσκαλος ο οποίος έζησε για να υπηρετήσει το ποδόσφαιρο, που τόσα χρόνια μετά οι Γουαρδιόλα και Κλοπ «αντιγράφουν» για να προσφέρουν θέαμα και τίτλους. Εκείνος κατάφερε και μετέφερε τις ιδέες του και την αγάπη του στο χορτάρι και εμείς σαν πιστοί στην ποδοσφαιρική μας θρησκεία θα τον έχουμε πάντα ψηλά, να μας θυμίζει πως το ποδόσφαιρο είναι ένα παιχνίδι που αξίζει να απολαμβάνουμε.

Θάνος Κονταξής