Ο Αρτέτα ψάχνει τον ρουφιάνο στα αποδυτήρια αλλά είναι ουτοπικό στον 21ο αιώνα!

Ακούγοντας τον Μικέλ Αρτέτα να δηλώνει πως το θέμα της διαμάχης Λουίς και Θεμπάγιος τακτοποιήθηκε αλλά είναι πολύ ενοχλημένος και θα ψάξει να βρει ποιος από την ομάδα το διέρρευσε στον Τύπο, απλά χαμογέλασα! Γιατί κάποια πράγματα διαχρονικά δεν αλλάζουν και δεν θα αλλάξουν ποτέ μέσα στα αποδυτήρια οποιασδήποτε ομάδας, σε οποιαδήποτε χώρα, σε οποιαδήποτε γλώσσα. Γράφει ο Χρήστος Σωτηρακόπουλος.   



Ο Αρτέτα ψάχνει τον ρουφιάνο στα αποδυτήρια αλλά είναι ουτοπικό στον 21ο αιώνα!

Αυτό που θα σας εξιστορήσω το έχω ξαναγράψει, αλλά είναι μόνιμα επίκαιρο. Πάνε σχεδόν 25 χρόνια από μια βραδιά με πολλή κουβέντα με τον Άρι Χάαν. Ο Ολλανδός (τότε τεχνικός του ΠΑΟΚ) ήταν απολαυστικός συζητητής, με εξαιρετικές απόψεις και όχι μόνο για την μπάλα.

Άνθρωπος οξυδερκής, που ως ποδοσφαιριστής κατέκτησε τόσους διεθνείς τίτλους όσο ελάχιστοι και με τον Άγιαξ, στον οποίον ο Στέφαν Κόβατς τον εκθείαζε ως «τον πληρέστερο ποδοσφαιριστή με τον οποίο συνεργάστηκε». 

Ο Χάαν πήρε τίτλους και με την Άντερλεχτ και την Σταντάρ Λιέγης αλλά κυρίως ήταν  χρήσιμος με την προσαρμοστικότητά του την εθνική Ολλανδίας. Εκεί ο Ρίνους Μίχελς είχε υπογραμμίσει την ανάγκη «οι παίκτες να σκέφτονται συνεχώς μέσα στο γήπεδο, όπως  ο Κρόιφ και ο Χάαν».

Η κουβέντα μας εκείνο το βράδυ είχε πάει στη σχέση δημοσιογράφων και παικτών. Μέχρι ποιο σημείο φτάνουν τα όρια, πού σταματάει η ανάγκη για ρεπορτάζ και υπεισέρχονται οι προσωπικές βλέψεις. «Ξέρω ότι κανείς δεν πρόκειται να πάψει να μιλά με τους ρεπόρτερ, οπότε επιλέγω στις γενικές ομιλίες μου να λέω πράγματα που δεν είναι μυστικά», μου έλεγε. 

«Στον Άγιαξ ο Μίχελς όταν ήθελε να τσεκάρει ποιος βγάζει κάτι προς τα έξω έκανε ένα τρικ». «Ποιο ήταν αυτό;», τον ρώτησα.

Χαμογέλασε και άρχισε να μιλά χαμηλόφωνα, λες και κάποιος μας κρυφάκουγε. «Έκανε μεμονωμένα ραντεβού και έλεγε κάτι διαφορετικό στον καθένα. Στους τρεις ή τέσσερις που γνώριζε ότι μιλούν με τους ρεπόρτερ έδινε και από μία ψεύτικη πληροφορία. Την επόμενη μέρα τα έβλεπε δημοσιευμένα και ήξερε τους ενόχους». 

«Ωραία», αναρωτήθηκα, «και τι έκανε γι’ αυτό;». «Τίποτα. Η μεγαλύτερη τιμωρία τους ήταν ότι οι ρεπόρτερ έβλεπαν ότι αυτά που έγραφαν ήταν ψέματα και στράφηκαν κατά των παικτών που τους τα έδιναν», συμπλήρωσε ο Χάαν. 

Και συνέχισε με το πιο ενδιαφέρον κομμάτι της ιστορίας. «Μια φορά ο Μίχελς μάς έδωσε την πληροφορία πως θα φύγει στο τέλος της χρονιάς για την Μπαρτσελόνα. Σε όλους. Φυσικά μόλις φύγαμε από το γήπεδο κάποιοι έψαξαν απεγνωσμένα να δώσουν την πληροφορία, σε μια εποχή που η τεχνολογία ήταν στα σπάργανα», είπε και τράβηξε ακόμα μία ρουφηξιά από το πούρο που συνόδευε τις νυχτερινές συζητήσεις. 

«Ξέρεις τι συνέβη μετά; Οι ρεπόρτερ που είχαν καεί στον χυλό με τις προηγούμενες λανθασμένες πληροφορίες αγνόησαν την πηγή τους διότι έμοιαζε με πελώριο ψέμα. Και το πλήρωσαν!».

«Και σταμάτησαν άραγε οι ρουφιανιές;», τον ρώτησα. Ο Χάαν έσκυψε και πήρε το ποτήρι του με το ουίσκι, ανακάτεψε λίγο τα παγάκια κι ήπιε μια γουλιά... 

Και ακολούθησε η εξαιρετική ατάκα του για απάντηση: «Αυτό δεν γίνεται. Έχεις ταξιδέψει ποτέ πάνω από τις Άλπεις; Φυσικά και έχεις. Τις έχεις δει ποτέ  χωρίς χιόνια; Και βέβαια όχι θα μου πεις. Ε, λοιπόν, τα αποδυτήρια  χωρίς ρουφιάνους είναι σαν τις Άλπεις χωρίς χιόνια. Συμβαίνει;». 

Κάποτε, πριν από τριάντα χρόνια, στην πρώτη χρονιά του Μπάγεβιτς ως προπονητής στην ΑΕΚ, ο (τότε πρόεδρος) Γιδόπουλος είχε μπει μαινόμενος στα αποδυτήρια ύστερα από μία ήττα από τον Άρη και επέβαλε πρόστιμο, λέγοντας πως αν έβλεπε το παραμικρό στον Τύπο θα γινόταν χαμός. 

Την επόμενη μέρα σε ραδιοφωνική εκπομπή είχαμε μεταδώσει... ηχογραφημένη όλη την κουβέντα, την οποία είχε μαγνητοφωνήσει μέσα στα αποδυτήρια ένας από τους παίκτες! 

Πριν από 15 χρόνια χάρηκα που άκουσα ανοικτά τον Νορβηγό Τροντ Σόλιντ που ήταν προπονητης στον Ολυμπιακό να λέει ότι μιλάει με τους δημοσιογράφους. 

Έκανε το προφανές όπως το ίδιο κάποτε και ο Χέλμουτ Σενέκοβιτς, ο Ζλάτκο Τσαϊκόφσκι μεγάλες φυσιογνωμίες που γνώρισα στα χρόνια που ήταν προπονητές σε ελληνικές ομάδες, αλλά δέχομαι ότι ήταν άλλες εποχές. 

Δημοσιογραφικοί ήταν πάντα και ο Γιάτσεκ Γκμοχ και ο Αλκέτας Παναγούλιας οπως παλιότερα ο μεγάλος Φέρεντς Πούσκας. 

Φυσικά τα χρόνια περνάνε και στη σημερινή εποχή ειδικά την τελευταία δωδεκαετία λόγω των social media, πολλές φορές όποιος θέλει να βγάλει κάτι προς τα έξω το κάνει μόνος του. 

Και η ανάγκη για ειδήσεις στην τωρινή περίοδο της υπερπληροφόρησης είναι αφόρητα πιεστική. 

Πάντα μοιάζει αναγκαίο κακό να βρίσκει τη δίοδο ο ρεπόρτερ και να μαθαίνει μέσα από τα αποδυτήρια τι συμβαίνει. 

Πόσο παλιά πρέπει να πάει κανείς για να βρει τους παίκτες να μιλάνε με τον Τύπο; 

Στις αρχές της δεκαετίας του ’50 υπήρχε δημοσίευμα σε ιταλικό περιοδικό πως η διοίκηση της Γιουβέντους ήθελε να τιμωρήσει κάποιους άσους της «επειδή διαρρέουν μυστικά των προπονήσεων σε εφημερίδα»! Ακόμα πιο πίσω ο Χέρμπερτ Τσάπμαν είχε τιμωρήσει δυο παίκτες του στην Άρσεναλ στην δεκαετία του '30. 

Και όσο κι αν ακούγεται εντελώς εξωπραγματικό, πριν από 100 χρόνια, το χειμώνα του 1919, ο Σκωτσέζος προπονητής της Άστον Βίλα, Τζορτζ Γουάλας ειχε επιβάλει πρόστιμο σε τρεις παίκτες της ομάδας του, για διαρκή επικοινωνία με τους δημοσιογράφους! 

Σήμερα, με τα κινητά τηλέφωνα και τους σύγχρονους τρόπους επικοινωνίας, οι «καλοί ρουφιάνοι» των αποδυτηρίων έχουν πολύ εύκολη ζωή. 

Πού είναι οι εποχές της δεκαετίας του ’80 που με το... σαμπουάν στο μαλλί έφευγαν οι παίκτες από την προπόνηση για να βρουν γρήγορα κάποιο περίπτερο στον δρόμο για να τηλεφωνήσουν στον «δικό τους» ρεπόρτερ! 

Με το να ψάχνουν τόσο πολύ τι φταίει χάνουν τον χρόνο και την υπομονή τους. 

Ο Αρτέτα θα ψάξει από που έγινε η διαρροή αλλά στην εποχή των τριάντα επαγγελματιών παικτών από κάθε γωνία της γης μοιάζει ουτοπικό να προσπαθεις να βρεις άκρη σε τέτοια πράγματα!

Ταυτόχρονα το γεγονός αυτό αποδεικνύει διαχρονικά ότι κάποια πράγματα δεν αλλάζουν. Γιατί όπως έλεγε ο Χάαν: «Αλπεις χωρίς χιόνια, συμβαίνει; Όχι φυσικά...».