Πολ Γκασκόιν: Ένας «καταραμένος» μπαλαδόρος

Οι στιγμές ποδοσφαιρικής μαγείας σε συνδυασμό με την απόλυτη τρέλα και τα εξωγηπεδικά προβλήματα, μας φέρνουν στη μνήμη τον Πολ Γκασκόιν που σήμερα κλείνει τα 53 χρόνια ζωής. Ένας «καταραμένος ποιητής» της στρογγυλής θεάς, μια δυνατή προσωπικότητα με τους δικούς της δαίμονες.  



Πολ Γκασκόιν: Ένας «καταραμένος» μπαλαδόρος

Ταλαντούχος, με ποδοσφαιρική «αλητεία», έντονα συναισθήματα και ιδιαίτερη ψυχοσύνθεση που ανά πάση στιγμή μπορούσε να εκραγεί. Αυτή η έκρηξη θα είχε ως αποτέλεσμα είτε ένα αξέχαστο ποδοσφαιρικό στιγμιότυπο είτε μια αυτοκαταστροφική κατάσταση για τον Πολ Γκασκόιν. Τον ποδοσφαιριστή που αδίκησε τον εαυτό του αλλά έμεινε αξέχαστος στους λάτρεις του ποδοσφαίρου.

Γεννημένος στις 27 Μαΐου του 1967 στο Gateshead της Αγγλίας, ο Πολ Γκασκόιν μεγάλωσε σε μια οικογένεια με οικονομικές δυσκολίες. Σε νεαρή ηλικία είδε τον πατέρα του να μεταναστεύει στη Γερμανία για να βρει δουλειά και τη μητέρα του να προσπαθεί να τα βγάλει πέρα με τρία επαγγέλματα. Γεγονότα ενδοοικογενειακής βίας ανάμεσα στον Γκασκόιν και τα άλλα τρία του αδέρφια, σημάδεψαν τα παιδικά του χρόνια που ήταν γεμάτα δυσκολίες. Σε ηλικία μόλις 10 ετών, είδε τον φίλο του Στίβεν Σπράγκον να χάνει τη ζωή του από διερχόμενο βαν, κατά τη διάρκεια μια βόλτας τους. Ο Γκασκόιν ένιωθε πως ο θάνατος του φίλου του ήταν δικό του λάθος, με αυτή τη σκέψη να βασανίζει το μυαλό του.

Όταν ο πατέρας του Γκασκόιν επέστρεψε από τη Γερμανία, υπέστη εγκεφαλικό με συνέπεια να μην είναι ικανός να εργαστεί ξανά. Κάπως έτσι η οικογενειακή σταθερότητα έμελλε να παραμείνει μια άγνωστη λέξη για τον μικρό Πολ. Εκείνο το διάστημα ο Γκασκόιν άρχισε να παρουσιάζει κάποιες περίεργες συσπάσεις ενώ αδυνατούσε να κοιμηθεί χωρίς φως. Κι όλα αυτά οδήγησαν στην κατάθλιψη σε ηλικία μόλις 13 ετών.

Το ποδόσφαιρο φάνηκε να αποτελεί το μαγικό τρόπο διαφυγής από τα «θυελλώδη» παιδικά χρόνια, καθώς διαπρέποντας στις ομάδες Redheugh Boys και Gateshead Boys κατάφερε να μεταπηδήσει δοκιμαστικά στη Νιουκάστλ σε ηλικία μόλις 16 ετών. Η ποδοσφαιρική ιδιοφυία του νεαρού σγουρομάλλη Γκασκόιν, δεν πέρασε απαρατήρητη από τον μάνατζερ Τζακ Τσάρλτον που τον έχρισε αρχηγό στην ομάδα νέων. Εκεί μεγάλωσε η φήμη του, απέκτησε το ψευδώνυμο «Gazza» και κέρδισε το Youth Cup Final απέναντι στη Γουότφορντ, σκοράροντας μάλιστα ένα εκπληκτικό γκολ με μακρινό σουτ-οβίδα.

Ο «Gazza» έκανε το ντεμπούτο του στην πρώτη ομάδα της Νιούκαστλ απέναντι στην Τσάρλτον το 1985 και παρέμεινε για 3 σεζόν στο St James’ Park. Μάλιστα διακρίθηκε με το βραβείο καλύτερου νέου παίκτη το 1988, ενώ η νέα αγωνιστική περίοδος τον βρήκε με τα χρώματα της Τότεναμ. Τα «Σπιρούνια» διέθεσαν 2,3 εκ. λίρες για την αγορά του ταλαντούχου Πολ Γκασκόιν από την Νιουκάστλ, ποσό ρεκόρ για αγγλική ομάδα εκείνη την εποχή. Εκεί είχε ως προπονητή τον Τέρι Βέναμπλς και είδε την καριέρα του να εκτοξεύεται με τους εβδομαδιαίους του μισθούς να πηγαίνουν από τις 120 λίρες την εβδομάδα στις 1500. Μάλιστα κέρδισε μια θέση στην εθνική ομάδα της Αγγλίας του Μπόμπι Ρόμπσον μπαίνοντας στην αποστολή για το Μουντιάλ του 1990 στην Ιταλία.

Οι εμφανίσεις του «Gazza» στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1990 και τα δάκρυά του στον ημιτελικό με τη Δυτική Γερμανία μάγεψαν τον ποδοσφαιρικό πλανήτη. Μια κίτρινη κάρτα στην παράταση του αγώνα απέναντι στη Δυτική Γερμανία θα του στερούσε το δικαίωμα σε πιθανή συμμετοχή στον τελικό, με τον Γκασκόιν να «λυγίζει». Τελικά οι Γερμανοί θα περάσουν στα πέναλτι τους Άγγλους και θα κερδίσουν το τρόπαιο στον τελικό με τους Αργεντίνους.

Την επόμενη χρονιά θα καταφέρει να οδηγήσει την Τότεναμ στον τελικό του FA CUP σκοράροντας ένα απίστευτο τέρμα στον ημιτελικό με την Άρσεναλ. Ο Ντέιβιντ Σίμαν δεν κατάφερε να αποσοβήσει την απευθείας εκτέλεση φάουλ του «Gazza» που έστειλε στον έβδομο ουρανό τα «Σπιρούνια».

Ο τελικός του FA CUP απέναντι στη Νότιγχαμ Φόρεστ το 1991, έμελλε να του σημαδέψει την καριέρα με άσχημο τρόπο. Στο ξεκίνημα του αγώνα έκανε ένα δολοφονικό μαρκάρισμα με τις τάπες στο στήθος του Γκάρι Πάρκερ, γλιτώνοντας με απλές παρατηρήσεις του διαιτητή, σε μια φάση που «σήκωνε» κόκκινη κάρτα στη σημερινή εποχή. Σαν να μην έφτανε αυτό, στο 15ο λεπτό ο Γκασκόιν έκανε ένα άτσαλο και σκληρό μαρκάρισμα στον Γκάρι Τσαρλς της Νότιγχαμ. Αυτός όμως που τραυματίστηκε σοβαρά στη φάση ήταν ο «Gazza», καθώς υπέστη ρήξη συνδέσμου στο δεξί γόνατο με αποτέλεσμα να μείνει εκτός αγωνιστικών χώρων για περισσότερο από 1 χρόνο.

Αυτός ο τραυματισμός άλλαξε την καριέρα του Πολ Γκασκόιν. Δεν κατάφερε να ανακτήσει τα πρότερα επίπεδα φυσικής κατάστασης, ενώ στη συνέχεια της καριέρας του θα ταλαιπωρηθεί από προβλήματα αποκατάστασης τραυματισμών. Το αλκοόλ αποτέλεσε σοβαρό πρόβλημα στη ζωή του και στην ποδοσφαιρική του πορεία και σε συνδυασμό με τον τραυματισμό, δεν κατάφερε να φτάσει στα επίπεδα των δυνατοτήτων του. Η ακριβή του μεταγραφή στη Λάτσιο δεν έπιασε τόπο, με τον ίδιο να δηλώνει πως ένιωσε μεγάλη πίεση ως νέος στη Ρώμη. Η μετακόμισή του στη Ρέιντζερς θα επαναφέρει την πορεία του «Gazza», με τον σπουδαίο Άγγλο να πετυχαίνει καθοριστικό χατ-τρικ απέναντι στην Αμπερντίν οδηγώντας την ομάδα του στην κατάκτηση του τίτλου.

Το 1998 θα πάει στη Μίντλεσμπρο, αλλά τα προβλήματα κατάθλιψης, αλκοολισμού και άγχους θα επανέλθουν στη ζωή του. Η απόφαση του Γκλεν Χογκλ να τον αφήσει εκτός αποστολής της ομάδας για το Μουντιάλ του 1998 θα τον ρίξει ακόμα περισσότερο ψυχολογικά. Τα περάσματα από τις Έβερτον, Μπέρνλι, Μπόστον Γιουνάιτεντ και της κινεζικής ομάδας Γκανσού Τιάνα δεν θα θυμίσουν καθόλου τον μπαλαδόρο Γκασκόιν του παρελθόντος.

Στα 40 του χρόνια θα οδηγηθεί σε σοβαρό χειρουργείο στο στομάχι, με την κακή συνήθεια της υπερβολικής κατανάλωσης αλκοόλ να έχει κάνει ζημιά σε βάθος ετών. Σήμερα ο ξεχωριστός «Gazza» γίνεται 53 ετών, κι εμείς ευχόμαστε «χρόνια πολλά» σε μια ιδιαίτερη φυσιογνωμία του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου που μας χάρισε αξέχαστες στιγμές. Ένας άνθρωπος που μεγάλωσε δύσκολα και παρά τα λάθη του και τις ιδιαιτερότητές του, δεν τα παράτησε ποτέ. Έχοντας στοιχεία ενός «καταραμένου ποιητή» στο ποδόσφαιρο, με την κατάχρηση αλκοόλ και τις εκλάμψεις βίας να τον συνοδεύουν, σίγουρα αδίκησε τον εαυτό του καθώς μπορούσε να «πετάξει» ακόμα ψηλότερα. Αλλά εμείς τον αγαπάμε για αυτό που είναι. Χρόνια πολλά «Gazza».

Αλέξανδρος Καρατσενίδης